Στις ρωσικές αρχές αποτάθηκε η Αστυνομία για εντοπισμό του δράστη που αναστάτωσε την περασμένη Παρασκευή ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου, αποστέλλοντας απειλητικό μήνυμα μέσω email.
Όπως διαπιστώθηκε, ο παροχέας της υπηρεσίας ηλεκτρονικού ταχυδρομείου βρίσκεται στη Ρωσία, ωστόσο, φαίνεται ότι ο δράστης είχε υποκλέψει τους κωδικούς και μπορεί να το απέστειλε απ’ οπουδήποτε. Από τα στοιχεία και την αξιολόγηση που έγινε από το Γραφείο Διερεύνησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας, εκτιμάται ότι ο δράστης είναι αραβικής καταγωγής.
Όπως δήλωσε στο philenews ο υπεύθυνος της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Ανδρέας Αναστασιάδης, μετά που διαπιστώθηκε ότι o παροχέας της υπηρεσίας είναι στη Ρωσία υποβλήθηκε αίτημα μέσω της Interpol στις ρωσικές αρχές για παροχή βοήθειας. Λήφθηκε απάντηση από τη Ρωσία ότι πήραν το αίτημα και θα το εξετάσουν. «Για μας είναι σημαντική η απάντηση που θα έχουμε από τις ρωσικές αρχές», ανέφερε ο κ. Αναστασιάδης, εξηγώντας ότι θα φανεί το ip address (η διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) του αποστολέα.
Κατά τον κ. Αναστασιάδη, έχει διαπιστωθεί και από στοιχεία της Europol, ότι παρόμοιο ηλεκτρονικό μήνυμα στάληκε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, στάληκε στη Γερμανία, τη Σλοβακία, τη Βρετανία κ.α. και στόχος και σκοπός ήταν να προκληθεί αναστάτωση. Ίσως ο δράστης να ήθελε να στείλει το μήνυμα ότι τώρα με τον πόλεμο στη Γάζα υπάρχει κίνδυνος για τις δυτικές χώρες.
Όπως έχει διαπιστωθεί, συνέχισε ο αξιωματικός της Αστυνομίας, ο δράστης βρήκε το συγκεκριμένο μήνυμα στο διαδίκτυο και προχώρησε σε μετάφρασή του από το google translate, γι’ αυτό και η μετάφραση είναι κακής μορφής.
Το μόνο που έκανε ο αποστολέας ήταν να γράψει το όνομα «Cyprus» και να το αποστείλει σε όλα σχεδόν τα σχολεία παγκύπρια. Τα emails των σχολείων είναι αναρτημένα και τα βρίσκεις εύκολα, σημείωσε ο κ. Αναστασιάδης, προσθέτοντας ότι επειδή ήταν πολλά τα μηνύματα, στάληκαν σε τρεις ομάδες.
Όπως δήλωσε σήμερα ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας Χρήστος Αντρέου, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο από το οποίο στάλθηκε το εν λόγω μήνυμα ήταν δημοσιευμένο στο διαδίκτυο μαζί με κωδικούς, καθώς και ότι το λεκτικό του απειλητικού μηνύματος χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα μηνύματα σε άλλη γλώσσα και αποδόθηκε, με κακή μετάφραση, στα ελληνικά για να σταλεί στην Κύπρο.
Πλέον, η Αστυνομία αναμένει ανταπόκριση στο αίτημά της μέσω Interpol, ώστε να διαπιστωθεί εάν ο αποστολέας του email ήταν από συγκεκριμένη χώρα εκτός Ευρώπης. Σε ερώτηση εάν υπάρχει συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου η Αστυνομία αναμένει ανταπόκριση, ο κ. Αντρέου είπε ότι ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να προσδιοριστεί.
Στο μεταξύ, κενά στην αντιμετώπιση περιστατικών όπως αυτό με το απειλητικό μήνυμα για βόμβα στα σχολεία, εντοπίζει η Ομοσπονδία Συνδέσμων Γονέων Δημοσίων και Κοινοτικών Νηπιαγωγείων Πόλης και Επαρχίας Λεμεσού, η οποία ζητά λήψη μέτρων προς αντιμετώπιση τους.
Σε σημερινή ανακοίνωση της, η Ομοσπονδία αναφέρει ότι παρακολουθεί με κάθε σοβαρότητα και ανησυχία τα τελευταία γεγονότα με τα απειλητικά μηνύματα που στάλθηκαν σε ηλεκτρονικά ταχυδρομεία των σχολείων και ευχαριστεί τις διευθύνσεις και το προσωπικό των σχολείων, αλλά και την Αστυνομία Κύπρου, «που έδρασαν άμεσα και με ψυχραιμία διαχειρίστηκαν την κατάσταση ώστε τα παιδιά μας/οι μαθητές μας να μην πανικοβληθούν και να μείνουν ασφαλή».
«Εκπρόσωπος μας συμμετείχε στην έκτακτη σύσκεψη που ακολούθησε για αξιολόγηση του ζητήματος στο Υπουργείο Παιδείας και όπως λέχθηκε, στην σύσκεψη, τέτοιου είδους μαζικό απειλητικό με τρομοκρατικό περιεχόμενο μήνυμα πρώτη φορά αποστέλλεται στα σχολεία μας», προστίθεται.
Αν και η Αστυνομία Κύπρου, με επίσημη τοποθέτηση, έχει αξιολογήσει το περιστατικό ως χαμηλού κινδύνου, συνεχίζει η ανακοίνωση, «ως οργανωμένοι γονείς κρίνουμε ότι το περιστατικό έχει αναδείξει σοβαρά ζητήματα που θα πρέπει να τεθούν επί τάπητος».
Συγκεκριμένα, οι οργανωμένοι γονείς ζητούν επαναξιολόγηση του πρωτόκολλου και διαμόρφωση ενός νέου, ειδικά για θέματα τρομοκρατίας στις σχολικές μονάδες, περιπολίες έξω από σχολεία στο βαθμό που επιτρέπεται από τις αρχές ασφαλείας, τοποθέτηση φρουρών ασφαλείας και κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης σε κοινόχρηστους χώρους, για καταγραφή στη βάση κανονισμών προσωπικών δεδομένων.