Star News

Η τραγική ιστορία του Δημάρχου Κουρίου, Παντελή Γεωργίου, που είδε όλη του την οικογένεια να ξεκληρίζεται μέσα σε οκτώ χρόνια

Ο 42χρονος Δήμαρχος Κουρίου, ο νεότερος ηλικιακά Δήμαρχος της Κύπρου και «ισχυρός» διεκδικητής πλέον και της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης» για το 2030, έμαθε με τον πιο τραγικό τρόπο τις μεγαλύτερες και τις πιο ουσιαστικές αλήθειες της ζωής, όταν στην ηλικία των 18 και 25 χρόνων είδε όλη του την οικογένεια, αρχικά την μητέρα του και την αδελφή του και στη συνέχεια τον πατέρα του και τον αδελφό του, να χάνονται σε δύο αυτοκινητικά δυστυχήματα.

Ξαφνικά, τους την «βγαίνετε απ’ τ’ αριστερά», και εκεί που ο Δήμος σας ήταν «το αουτσάιντερ» ανάμεσα στις πέντε πόλεις της Κύπρου που διεκδικούν τον πολύ τιμητικό τίτλο της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης» για το 2030, πληροφορίες μας λένε πως «φιγουράρετε» πλέον -με αξιώσεις- στο top 3 της βραχείας λίστας…

Καταρχήν, ως προσωπικότητα, δεν ένιωσα ποτέ πως είμαι «το αουτσάιντερ» σε μια διεκδίκηση. Έχουμε έναν Δήμο πολύ ιδιαίτερο και θεωρούμε, σε ό,τι αφορά στην «Πολιτιστική Πρωτεύουσα», πως έχουμε πολλά να δώσουμε και ακόμη περισσότερα να πάρουμε. Το γεγονός πως αναγνωρίστηκε αυτό το κομμάτι και φτάσαμε στο σημείο να αντιλαμβάνεται ο κόσμος ότι είμαστε πολύ κοντά στο να περάσουμε στην επόμενη φάση, μας τιμά ιδιαίτερα και μας χαροποιεί. Είναι, αν θέλετε, και μια εκτίμηση της δουλειάς που κάνουμε, ως ομάδα, στον Δήμο Κουρίου, έναν νεοσύστατο Δήμο.

Νέος Δήμος, σαν τον Δήμαρχό του: Είστε μόλις 42 ετών – ο νεότερος ηλικιακά Δήμαρχος της Κύπρου…

Νέος για την πολιτική, αλλά μεσήλικας πια (γελάει). Όταν ανέλαβα, πρώτη φορά -τον Δήμο Ύψωνα τότε-, ήμουν μόλις 34 ετών, αρκετά πιο νέος. Θεωρώ πως αυτό ήταν ένα από τα ατού μου τότε, στο να με εμπιστευτεί ο ψηφοφόρος, αν και αποδείχθηκε «ταμπού» αργότερα στην σχέση μου με τις κυβερνητικές υπηρεσίες και γι’ αυτό έπρεπε να επιβληθώ και να εδραιωθώ, ώστε να μην είμαι «ο μιτσής». Αυτό γινόταν ακόμη πιο δύσκολο από το γεγονός πως δεν ήμουν κομματικοποιημένος, αφού όταν κατήλθα υποψήφιος δεν είχα καμία κομματική υποστήριξη. Το ότι προερχόμουν, όμως, από τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και από το γεγονός ότι χαράξαμε και ακολουθούσαμε μια σταθερή και συνεπή στρατηγική, βοήθησε να εδραιωθώ, τόσο εγώ όσο και η δυτική Λεμεσός, ως μια περιοχή που αναβαθμίζεται συνεχώς και που αξίζει να εμπιστευτείς τους ανθρώπους της. Από τότε που ήμουν Δήμαρχος Ύψωνα υπήρχαν πάντοτε δράσεις, έργα υποδομής, που περιλάμβαναν όλη την περιοχή, και γι’ αυτό θεωρώ την δημιουργία του Δήμου Κουρίου ως την συνέχεια εκείνης της δουλειάς που είχαμε κάνει από τότε, αλλά και την επιβεβαίωση της σωστής προσέγγισης για το πώς μπορεί να προχωρήσει η τοπική αυτοδιοίκηση.

Πώς διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας σας; Αυτή η αυτοπεποίθηση που έχετε;

Καταρχήν, η παιδική μου ηλικία δεν ήταν εύκολη. Προέρχομαι από μία προσφυγική οικογένεια. Ο πατέρας μου εργαζόταν στις οικοδομές, ως χτίστης αρχικά -σε πολύ δύσκολα χρόνια και για την περιοχή του Ύψωνα, αλλά και για την οικοδομική βιομηχανία, γενικότερα-, γι’ αυτό και τα πρώτα χρόνια της ζωής μου εμπεριείχαν πολλές αντιξοότητες. Αυτό κράτησε μέχρι το ’96-’97 περίπου, οπότε η εργοληπτική εταιρεία που ίδρυσε ο πατέρας μου, το 1989, άρχισε να ακμάζει. Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, πως δεν είχαμε καν παιχνίδια μέσα στο σπίτι για να παίξουμε με τα αδέλφια μου – ήταν όλα αυτοσχέδια. Ενώ, κάθε Καλοκαίρι, ήμουν μαζί με τον πατέρα μου στη δουλειά, στις οικοδομές – προσωπικά, δεν θυμάμαι κανένα Καλοκαίρι της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας που να έκανα διακοπές, όπως τα υπόλοιπα παιδιά· οι «διακοπές» μου, από οκτώ ετών, ήταν οι δύο εβδομάδες διακοπών που είχαν και οι εργάτες της οικοδομικής βιομηχανίας, τον Αύγουστο. Μεγάλο, ωστόσο, ρόλο στην διαμόρφωση του χαρακτήρα μου διαδραμάτισε και η απόφασή μου να φοιτήσω σε ιδιωτικό σχολείο της Μέσης Εκπαίδευσης. Επειδή ήμουν πολύ καλός στα αγγλικά στο δημοτικό και επειδή φαινόταν να έχω προοπτικές, θυμάμαι ότι, όταν ζήτησα να φοιτήσω στο Grammar School, ο πατέρας μου μου είχε ξεκαθαρίσει πως, για να γίνει αυτό, θα στερείτο όλη η οικογένεια, ώστε να μπορεί να πληρώνει τα δίδακτρά μου. Γι’ αυτό και είχαμε κάνει μια συμφωνία, αν και ήμουν μόνο 12 ετών: «Είμαι διατεθειμένος να στερήσω κάποια πράγματα από όλη την οικογένεια, για να έχεις εσύ ένα καλύτερο μέλλον», μου είχε πει. «Αλλά θα είσαι υποχρεωμένος να φέρνεις βαθμό πάνω από το 90. Αν έρθεις ποτέ με βαθμολογία κάτω από το 90, τότε θα σε βγάλω από το ιδιωτικό». Και αυτό ήταν κάτι που τήρησα ως το τέλος της εβδόμης τάξης.

«Ο θάνατος ήταν ακαριαίος για την μητέρα μου, η αδελφή μου πέθανε στα χέρια του πατέρα μου. “Εχάσαμεν τες!”, μου είπε μετά, στο τηλέφωνο, ο πατέρας μου».

Πόσα αδέλφια ήσασταν;

Ήμασταν τρία αδέλφια: Εγώ, ο Θεόδωρος και η Ραφαέλλα. Αλλά πλέον έχω απομείνει μόνον εγώ, από εκείνην την οικογένεια… Το 2001 είχε έρθει το πρώτο «χτύπημα» στην οικογένειά μας, αφού έχασα την μητέρα μου και την αδελφή μου σε αυτοκινητικό δυστύχημα στα Τρίκαλα, λίγο έξω από την Καλαμπάκα. Τότε «αναποδογυρίστηκε» ο κόσμος μου, ξεκίνησε μία πολύπλοκη κατάσταση, που μου ήταν πολύ δύσκολο να την διαχειριστώ· ίσως και λόγω ηλικίας. Ήμουν 18 χρόνων.

Εσείς, πώς το μάθατε;

Εκείνη τη μέρα ήμουν σε ένα γάμο, στην Κυπερούντα, μαζί με τον αδελφό μου. Με πήρε τηλέφωνο ο πατέρας μου -ο οποίος γνώριζε την αλήθεια- και μου ανέφερε για ένα «ατύχημα» που είχε η μητέρα μου με την αδελφή μου – να σημειώσω ότι ο θάνατος ήταν ακαριαίος για την μητέρα μου, ενώ η αδελφή μου πέθανε στα χέρια του πατέρα μου. Ουσιαστικά ο πατέρας μου ήθελε να μου δώσει λίγο χρόνο για να το «χωνέψω». Στο δρόμο προς την Λεμεσό, ο πατέρας μου με ξαναπήρε τηλέφωνο. «Εχάσαμεν τες!», μου είπε… Είναι από τα κομμάτια της ζωής μου που μου είναι πολύ δύσκολα όταν τα σκέφτομαι, ακόμη και σήμερα.

Ήσασταν τελειόφοιτος τότε;

Ναι. Ήταν Σάββατο, ήταν το τριήμερο του Κατακλυσμού, και την Τρίτη θα έδινα το πρώτο μου μάθημα στις εξετάσεις.

Πήγατε;

Πήγα, ναι. Την Τρίτη το πρωί πήγα στο σχολείο μου και έδωσα εξετάσεις -φυσικά, είχε διαδοθεί το «νέο» παντού πια- και μετά, θυμάμαι, πήγα και στην κηδεία. Στο κεφάλι μου, αντιλαμβάνεστε, επικρατούσε ένα χάος. Παρόλ’ αυτά, όσο απίστευτο κι αν σας ακουστεί, στις εξετάσεις μου αρίστευσα!

Β

Απίστευτο!

Ναι, ήταν απίστευτο για όλους. Αλλά, αυτό ήθελε η μάνα μου! Και έπρεπε να αριστεύσω στις εξετάσεις μου, για την μάνα μου! Την δεδομένη στιγμή, δεν πήγαινα να γράψω στις εξετάσεις για μένα, για το μέλλον μου – πήγαινα και έγραφα στις εξετάσεις για την μάνα μου, για το χατίρι της μάνας μου που μόλις έχασα… Στις 9 Ιουλίου, μετά από λίγες μέρες δηλαδή, παρουσιάστηκα στον στρατό. Ευτυχώς, είχα αμέριστη κατανόηση από τους αξιωματικούς μου και, βοηθούμενος από συγγενείς και φίλους, κατάφερνα να βοηθώ τον πατέρα μου στην δουλειά -παράλληλα με την θητεία μου- διότι, ειδικά τον πρώτο καιρό, ο πατέρας μου δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει ούτε κι εκείνος… Όμως, πρέπει να σας πω, πως ο θάνατος της μητέρας μου και της αδελφής μου τότε, δεν με κατέβαλε ως χαρακτήρα, αντίθετα: Πείσμωσα, είπα πως αυτό δεν θα το αφήσω να με πάρει από κάτω, πως δεν θα είμαι ένας άνθρωπος που θα ζει στην μετριότητα «νικημένος» από μια ατυχία της ζωής, κι έτσι αποφάσισα -και εν τέλει πέτυχα- να διεκδικήσω θέση στα καλύτερα πανεπιστήμια, για τις σπουδές μου ως πολιτικού μηχανικού, και τελικά να σπουδάσω στο καλύτερο από αυτά στην Αγγλία στον τομέα της πολιτικής και περιβαλλοντικής μηχανικής, στο Imperial College of London. Και εκεί θα μπορούσα να είχα αριστεύσει στο πτυχίο μου, αλλά το έχασα για μία μόνο μονάδα, επειδή πλέον ξεκίνησα να ασχολούμαι παράλληλα και με τα κοινά. Μια συνειδητή επιλογή, σε σχέση με τις σπουδές, αφού ήθελα να ισορροπήσω τις γνώσεις με τις εμπειρίες. Ήμουν πολύ ενεργός στο Cypriot Society, στο οποίο κατέληξα να γίνω Πρόεδρός του, κατά το τρίτο έτος, και ταυτόχρονα ασχολήθηκα και με την σκοποβολή, μέσω της σκοπευτικής ομάδας του πανεπιστημίου. Από τις όμορφες αναμνήσεις αυτής της περιόδου κρατώ το γεγονός ότι φέραμε το Πανεπιστήμιό, μαζί με έναν συμφοιτητή μου από τον Λίβανο, στις πρώτες θέσεις του φοιτητικού πρωταθλήματος και ήμασταν στα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας του πανεπιστημίου.

Όταν επιστρέψατε πια στην Κύπρο, μετά τις σπουδές σας, αναλάβατε εσείς πλέον την επιχείρηση του πατέρα σας;

Καταρχήν, προτού τελειώσω τις σπουδές μου το 2007, είχα ήδη τέσσερεις πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις επαγγελματικής αποκατάστασης, σε πολύ καλές θέσεις και με πολύ καλό μισθό: Η μία αφορούσε στο να παραμείνω στην Αγγλία, η άλλη για να πάω στην Σουηδία, μία για να μεταβώ στην Ιαπωνία και άλλη μία για να εγκατασταθώ μόνιμα στις Η.Π.Α., με μεγάλες προοπτικές ανέλιξης. Αλλά είχα αρνηθεί και τις τέσσερεις αυτές -εξαιρετικές- προτάσεις, γιατί σκέφτηκα πως «τώρα πια πρέπει να πάω πίσω στην Κύπρο, για να βοηθήσω τον πατέρα μου!».

Ήταν αυτή η απόφαση η «θυσία» σας, απέναντι στην οικογένειά σας;

Όχι. Αλλά, λόγω των γεγονότων που ακολούθησαν -τα οποία, προφανώς, δεν μπορούσα να μαντέψω- αυτή η κίνησή μου ήταν που με κράτησε όρθιο αργότερα. Γιατί μου δόθηκε ο χρόνος, σε αυτά τα δύο χρόνια προτού χαθεί και ο πατέρας μου, να κερδίσω από εκείνον -αλλά και από την δουλειά-, όσες περισσότερες εμπειρίες μπορούσα, ώστε να καταφέρω να στήσω μετέπειτα την νέα επιχειρηματική κατάσταση που προέκυψε και που δημιούργησα μόνος μου πλέον. Πρέπει να σας πως, επίσης, πως τότε ο αδελφός μου σπούδαζε στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο -πολιτικός μηχανικός και εκείνος-, άριστος φοιτητής, και μάλιστα είχαμε προαποφασίσει το τι θα έκανε ο καθένας στην επιχείρηση, μελλοντικά: Εγώ, θα αναλάμβανα τα εργοτάξια, διότι πάντα με ενθουσίαζε το να δίνω λύσεις την στιγμή που συμβαίνουν τα προβλήματα -και είναι αυτό που πιστεύω πως κάνω πλέον, και ως Δήμαρχος-, ενώ ο αδελφός μου θα αναλάμβανε το κομμάτι των πωλήσεων και των πελατών, στα οποία ήταν πολύ καλός. Ο Θεόδωρος ήταν ο άνθρωπος της παρέας!

«Πείσμωσα μετά το πρώτο δυστύχημα, είπα πως αυτό δεν θα το αφήσει να με πάρει από κάτω, πως δεν θα είμαι ένας άνθρωπος που θα ζει στην μετριότητα, “νικημένος” από μια ατυχία της ζωής».

Και για εσάς, αυτό θα έλεγα…

Εξελίχθηκα σε αυτό. Δεν ήμουν πάντοτε. Κρατώ τις «γραμμές» μου. Κι αυτό το απέκτησα από τα εργοτάξια: Πρέπει να πάρεις μία απόφαση, και να την εκτελέσεις – και η συγκεκριμένη απόφαση, θα ξέρεις πως πάντα θα έχει κόστος. Το ίδιο έκανε και ο πατέρας μου – ήμασταν η ίδια πλευρά του «νομίσματος». Γι’ αυτό και όταν εκείνος γύρισε μία μέρα και είπε, σε έναν άλλον εργολάβο, σε μία περίοδο που πάλευα πάρα πολύ για να του αποδείξω ότι αξίζω για την ευκαιρία που μου είχε δώσει, πως «τώρα νιώθω ότι ο Παντελής είναι έτοιμος και μπορεί να αναλάβει!», ένιωσα πάρα πολύ περήφανος – ήταν μία κουβέντα του που μου έδωσε «φτερά», που με γέμισε αυτοπεποίθηση και επιβεβαίωση! Αυτό έγινε -μοιραία ίσως; Δεν μπορώ να το εξηγήσω- ένα μόλις μήνα προτού σκοτωθεί με τον αδελφό μου.

Πότε έγινε το δεύτερο αυτοκινητικό δυστύχημα;

Στις 4 Νοέμβριου του 2009. Στο δρόμο της Άλασσας, πηγαίνοντας προς τον Σαϊττά. Αυτό μου κόστισε πολύ! Γιατί, με τον αδελφό μου, αφότου σκοτώθηκε η μητέρα μας με την αδελφή μας, οκτώ χρόνια πριν δηλαδή, είχαμε δημιουργήσει μία πολύ στενή σχέση, ήμασταν πάρα πολύ δεμένοι.

Τι διαφορά ηλικίας είχατε;

Ήμουν δύο χρόνια μεγαλύτερος… Θα σας πω το εξής, που το κρατώ ακόμη μέσα μου. Προτού φύγει η Ραφαέλλα μαζί με την μητέρα μας για την Ελλάδα, με είχε πιάσει η μικρή και μου είχε πει: «Παντελή, κάποιος με χτύπησε στο σχολείο και όταν έρθουμε πίσω, θέλω να πάμε μαζί και να του θυμώσεις». Και, ξέρετε, ένιωθα πάντα ότι δεν κατάφερα ποτέ να δώσω αυτή την ικανοποίηση στην Ραφαέλλα! Το ίδιο αισθάνθηκα και όταν σκοτώθηκε ο Θεόδωρος: Ότι δεν ήμουν ικανός στο να προστατεύσω τα αδέλφια μου! Ότι, ως ο μεγαλύτερος αδελφός, δεν ήμουν -όσο όφειλα- προστατευτικός προς τα αδέλφια μου. Εκ των υστέρων, μία λανθασμένη σκέψη βέβαια. Αλλά έτσι το πήρα τότε μέσα μου. Στην πορεία βέβαια, πρέπει να σας πω, μετά το πρώτο δυστύχημα, ο πατέρας που παντρεύτηκε ξανά και έκτοτε απέκτησα άλλη μία αδελφή, την Ιωάννα, η οποία σήμερα είναι 16 ετών και είμαι πολύ περήφανος για εκείνην – για το ήθος της, αλλά και για τον τρόπο που ενεργεί και σκέφτεται.

«Μετά και από το δεύτερο δυστύχημα, αναρωτιόμουν: “Γιατί;”. Κι έτσι, μια μέρα πήγα στην θάλασσα, κοίταξα στον ουρανό, και τα είπα όλα στον Θεό. “Έτσι θέλεις; Έτσι θα πάμε, λοιπόν!”, Του είπα».

Νομίζετε πως είχε αλλάξει πλέον από εσάς η διαχείριση του γεγονότος το 2009, αφού ήταν κάτι που συνέβαινε για δεύτερη φορά στη ζωή σας;

Υπήρχε η εξής συγκυρία την δεδομένη στιγμή: Την πρώτη φορά ήμουν 18 ετών και εξαρτώμενος του πατέρα μου, ενώ στα 27 μου, τη δεύτερη φορά δηλαδή, επειδή εργαζόμουν ήδη, ένιωθα πιο δυνατός, με περισσότερη αυτοπεποίθηση, και η δουλειά με βοήθησε στο να διαχειριστώ με άλλο τρόπο τα γεγονότα. Ουσιαστικά «έπνιξα» τον πόνο μου στη δουλειά – έδωσα όλο μου το «βάρος» εκεί, για να μην σκέφτομαι. Παράλληλα, είχα στη ζωή μου και πολύ σημαντικούς ανθρώπους, στενούς μου φίλους που τους ήξερα από τότε που ήμασταν παιδιά, ενώ εκείνη την περίοδο μπήκε στη ζωή μου, με ουσιαστικό τρόπο, και η μέλλουσα -τότε- γυναίκα μου, η Μαριάννα, με την οποία παντρευτήκαμε τον Αύγουστο του 2013. Η Μαριάννα είναι ο άνθρωπος στον οποίο χρωστώ πολλά, διότι εκείνη μου έδωσε την ψυχική δύναμη στο να προχωρήσω στη ζωή μου. Για παράδειγμα, μου «μετέδωσε» το χάρισμα του να παραμένω ήρεμος, παρά τις όποιες αντιξοότητες – πριν από το 2012 π.χ., με θυμάμαι πάντα να είμαι σε ένταση, σε ένα μόνιμο στρες, γιατί έτσι ήταν η καθημερινότητά μου. Πλέον υπάρχει ισορροπία. Και -αν και δεν θέλω να συζητώ τα θέματα του Δημαρχείου στο σπίτι- εκεί που θα νιώσω ότι χρειάζομαι και μία άλλη οπτική γωνία, τότε απευθύνομαι σε εκείνην που ξέρω πως θα μου δώσει την πιο σωστή, αντικειμενική και «καθαρή» λύση.

2
Αριστερά, κοπή βασιλόπιτας στο Τραχώνι, στα πλαίσια των επιτυχημένου θεσμού της «Διά βίου μάθησης», που εδραιώθηκε πια στον Δήμο Κουρίου. Δεξιά, Νοέμβριος 2023. Ο Παντελής Γεωργίου τη μέρα των γενεθλίων του.

Ακούγεται πάντως σαν τραγική «μοίρα» όλο αυτό που σας συνέβη: Δύο δυστυχήματα, και τα δύο με αυτοκίνητο, στα οποίο σκοτώνονται -κάθε φορά- ο ένας γονιός με ένα του παιδί, ξεκληρίζοντας τότε την οικογένειά σας…

…Αυτό ήταν και το μεγάλο μου παράπονο, όταν σκοτώθηκε ο πατέρας μου, με τον Θεόδωρο: Έλεγα «γιατί;», «γιατί;». Κι έτσι, μια μέρα πήγα στην θάλασσα, κοίταξα στον ουρανό, και Του τα είπα όλα. Του είπα: «Έτσι θέλεις; Έτσι θα πάμε, λοιπόν! Θα πάμε όπως Εσύ θέλεις, αφού τα επέτρεψες να συμβούν!». Θα μου πείτε: «Ήταν εύκολο;». Όχι, τότε δεν ήταν καθόλου εύκολο! Ακόμη και μέχρι σήμερα, μετά από αρκετά χρόνια πια, παραμένει δύσκολο – είναι κάτι που έχω μέσα μου, ξέρω πως δεν θα κλείσει ποτέ αυτή πληγή, απλώς αφήνω τον πόνο μου να «κοιμάται» προκειμένου να μπορέσω να συνεχίσω την ζωή μου, και απέναντι στην οικογένεια που θέλω να δημιουργήσω στο μέλλον, και απέναντι στους συμπολίτες μου που ξέρω πως με χρειάζονται. Αυτό το δεύτερο δυστύχημα, ωστόσο, πρέπει να σας πω πως με επανέφερε πολύ ενεργά, στην πορεία, στα κοινά, με τα οποία ασχολούμουν παλιά, ως φοιτητής, αλλά ένιωθα σα να είχα απεμπλακεί πλέον από αυτά. Όμως, πλέον το αισθανόμουν ως «χρέος», το να επανέλθω! Για να βοηθήσω τον κόσμο γύρω μου! Η πρώτη μου κίνηση, λοιπόν, ήταν να ασχοληθώ, από το 2010, ενεργά, με την τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, γιατί ήθελα -όπως εγώ υπήρξα τυχερός στην ανατροφή μου, από τους γονείς μου- να κρατήσω όσα περισσότερα παιδιά γινόταν, μακριά από κακοτοπιές. Και το 2011 υπέβαλα πια υποψηφιότητα για τη θέση του δημοτικού συμβούλου, ώστε να μπορέσω να προσφέρω και μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης. Εκλέγηκα. Ήμουν μόνο 29 χρόνων τότε.

Θα σας πω το εξής: Λίγο πριν έρθω στο ραντεβού μας, στο Δημαρχείο, είχα σταματήσει στο καφενείο που είναι λίγο πιο κάτω. Κι όταν τους ανέφερα πως δεν σας γνωρίζω, όλοι είχαν να μου πουν για το πόσο βοηθήσατε, αποκλειστικά από το δικό σας πορτοφόλι, άπορους φοιτητές για να σπουδάσουν, ορφανά να ζουν καλύτερα, ταλαντούχους αθλητές στο να αποκτήσουν το οικονομικό background για να μπορούν να αντεπεξέρχονται και να μην «χαθούν» – περισσότερες από πενήντα οικογένειες του Ύψωνα, ζούσαν πλέον καλύτερα, χάρις σ’ εσάς. Έμπαιναν λεφτά στα σπίτια τους αλλά, για πολλά χρόνια, κανένας δεν ήξερε από που προέρχονταν αυτά τα χρήματα, μέχρι που κάποια στιγμή διαδόθηκε «ο ευεργέτης» – δηλαδή, εσείς…

Αυτό δεν μπορώ να σας το απαντήσω.

Μα, είναι κοινό «μυστικό» στην περιοχή, Δήμαρχε. Ήσασταν δημοτικός σύμβουλος από το 2012, σας έλεγαν οι συμπολίτες σας «υπάρχει ένα παιδί που…», τους λέγατε πως θα βρείτε οπωσδήποτε «το κονδύλι», υποτίθεται πως βρίσκατε ένα «κρατικό κονδύλι», ενώ το κονδύλι ήταν τα δικά σας λεφτά…

Δεν θα σας απαντήσω σε αυτό, αλλά θεωρώ πως κάποια γεγονότα στη ζωή μας δεν συμβαίνουν τυχαία. Το γεγονός ότι κατάφερα να έχω σήμερα τέσσερεις μεγάλες εταιρίες που ασχολούνται με το εμπόριο και την ανάπτυξη γης -τις οποίες «τρέχουν» συνεργάτες μου, διότι εγώ δεν προλαβαίνω με τις υποχρεώσεις του Δήμου- μόνο τυχαίο δεν είναι. Ακόμη και πως -παρά το ότι ξεκληρίστηκε τότε η οικογένειά μου-, εγώ αποφάσισα στην πορεία να το διαχειριστώ με τον τρόπο που θα ήθελαν η μητέρα μου, ο πατέρας μου και τα αδέλφια μου: Προσφέροντας στο κοινό καλό, για το καλό του τόπου και των ανθρώπων.

Έχω την αίσθηση πως δεν θα παραμείνετε στην τοπική αυτοδιοίκηση, πως στο πίσω μέρος του μυαλού σας ίσως και να υπάρχει η βουλή, καταρχάς…

Όχι, η βουλή δεν είναι κάτι που με εκφράζει. Θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο εκτελεστικό – έτσι είμαι και από την δουλειά μου και από την φύση μου. Προς το παρόν, όμως, δεν είμαι στη φάση για να σκεφτώ κάτι άλλο πέρα από τον Δήμο μας. Αλλά, ναι, έρχονται προτάσεις γενικότερα και με βολιδοσκοπούν για διάφορα. Σε όλους, ωστόσο, λέω ότι αυτή τη στιγμή προτεραιότητά μου είναι να στηρίξουμε την μεταρρύθμιση που έγινε -η οποία, σημειωτέον, ξεκίνησε από εμάς, σε συνεργασία με τον τότε Υπουργό, τον Κωνσταντίνο Πετρίδη, από τον οποίο είχαμε αμέριστη στήριξη- και να μεγαλώσουμε αυτό το νεογέννητο «μωρό», τον Δήμο Κουρίου – έναν Δήμο που έχει πάρα πολύ μεγάλες δυνατότητες, ως ο δεύτερος μεγαλύτερος σε έκταση Δήμος της Κύπρου, γι’ αυτό και διεκδικούμε με αξιώσεις την «Πολιτιστική Πρωτεύουσα» για το 2030. Είμαστε «A city yet to be» – αυτό, δηλαδή, που επιθυμεί και η Ε.Ε.: Μια πόλη που δίνει προοπτική, μια νέα ταυτότητα· που είναι και η έννοια, ουσιαστικά, της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας».

1
Ο Παντελής Γεωργίου με τη σύζυγό του Μαριάννα. Από αριστερά, αναμνηστική φωτογραφία από τα Χριστούγεννα του 2023. Αύγουστος 2013, τη μέρα του γάμου τους και, τέλος, οι δυο τους στην Κυπερούντα, στο «Φεστιβάλ μήλου».

Οδηγείτε;

Τι εννοείται;

Αν οδηγείτε αυτοκίνητο…

Κάθε μέρα και για πολλές ώρες.

Πιάσατε τον εαυτό σας, μετά και από το 2009, να φοβάστε να οδηγήσετε;

Όχι. Το αντίθετο. Ως αντίδραση, όταν έχασα τον αδελφό μου και τον πατέρα μου, επειδή δεν ήμουν καθόλου καλά τότε, επειδή «θόλωσα», ξεκίνησα να μπαίνω σε «κόντρες». Κάτι που δεν επικροτώ σήμερα, προς Θεού. Αλλά, όχι, δεν είχα κανένα κράτημα τότε στο να «προσέξω» στην οδήγηση, κι έτσι πέρασα -ευτυχώς, για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ο Θεός με προστάτευσε- στην αντίθετη πλευρά. Όμως, σύντομα είπα στον εαυτό μου: «Παντελή, τι κάμνεις; Σταμάτα! Έχασες ήδη τόσους!».

Νιώθετε «τυχερός» ή «άτυχος», ως «ο επιζήσας» στην οικογένειά σας;

Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Νιώθω, όμως, πολύ μεγάλο το βάρος της ευθύνης του τι πρέπει να κάνω, σε σχέση με αυτά τα τραγικά γεγονότα που βίωσα. Έχω έναν μεγάλο «σταυρό», τον οποίο για κάποιο λόγο μου τον έδωσε ο Θεός -στον οποίο πιστεύω και έχω μεγάλη εμπιστοσύνη-, και αυτό τον «σταυρό» εγώ θα τον κουβαλήσω, μέχρι τέλους, με αξιοπρέπεια.

Παντελής Γεωργίου: «Τον “σταυρό” μου θα τον κουβαλήσω με αξιοπρέπεια, ως το τέλος» | Like.com.cy

© 2024 Created by Elephant Media Cy